21 Σεπ 2023

ΜΟΝΑ ΣΑΒΒΙΔΟΥ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΝΥΧΤΟΦΥΛΑΚΑΣ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ


Η κυρία Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου είναι μια πολυγραφότατη και αναγνωρισμένη ποιήτρια και συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1949 στην Λεμεσό από γονείς Μικρασιάτες που έφτασαν στην Κύπρο ως πρόσφυγες. Σπούδασε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στην Κύπρο. Υπηρέτησε, πριν συνταξιοδοτηθεί, ως Συντονίστρια Διευθύντρια σχολείων πόλης και επαρχίας Λεμεσού, ενώ διετέλεσε γραμματέας του Κυπριακού κέντρου Συγγραφέων ΠΕΝ και πρόεδρος των Μικρασιατών Κύπρου. Έχει εκδώσει πολλές ποιητικές συλλογές, θεατρικά, διηγήματα, και άλλα, ενώ έργα της έχουν μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες. Συνολικά έχει συγγράψει 36 βιβλία. Η ανά χείρας ποιητική συλλογή, γραμμένη σε ελεύθερο στίχο, διαπνέεται από έναν νοσταλγικό, τρυφερό πόνο για το δράμα των προσφύγων της Μικρασίας. «Πώς να θεραπεύσω/επώδυνες μνήμες/μισό φεγγάρι/μισό πρόσωπο/ολόκληρη η θλίψη/ενός πρόσφυγα», μας λέει στο ποίημα «Το φάρμακο του χρόνου». Η ποίηση που περιέχει η συλλογή αυτή είναι γεμάτη από δυνατές μεταφορές και εικόνες. Όπως για παράδειγμα σε μια σειρά ποιημάτων με τίτλους του μνημείου, θρηνώντας τους νεκρούς, αναφωνεί «έπρεπε να βρούμε /νυχτοφύλακα/να παραφυλάει/το ολοκέντητο σεντόνι/του ύπνου των νεκρών». Με πόση ευαισθησία και λεπτότητα μας μεταφέρει η κυρία Σαββίδου τον πόνο του ξεριζωμένου λαού! Αν και για την ποιήτρια είναι «ένα σκοτεινό ιερό η μνήμη»,  δεν της λείπει η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, όταν για παράδειγμα στο ποίημα «Αντιπελάργηση» καταλήγει «… με την αντιπελάργηση/η είσοδος στον μέλλοντα αιώνα/με όπλο το φως/με λόγο το φως/απ’ την ρωγμή» και αλλού, «ήθελα να περάσω από άλλη πόρτα/που βγάζει κατάστηθα στο φως». Η ποιήτρια επιχειρεί να διατηρήσει, όχι μόνο στην μνήμη της αλλά και στην μνήμη της ιστορίας, ζωντανή την φρίκη της προσφυγιάς. Εξάλλου για την μνήμα γράφει: «Ναι, εμείς δεν σκοτώνουμε την μνήμη/εμείς ζούμε απ’ την μνήμη/εμείς κεντούμε στο σώμα μας την μνήμη/με μετάξι απ’ το σκουλίκι/το ακοίμητο/σκίζει την σάρκα το βελόνι/ ο πόνος βαθύς/πώς αλλιώς θα θυμόμαστε;». Τι άλλο να πει κανείς για την ανθρωπιά που διαπνέει αυτούς τους στίχους;